Photo by Teodor Drobota on Unsplash
Στην κοινωνία μας η μητέρα νιώθει συνεχώς ότι πρέπει να είναι τέλεια, και αν δεν είναι τέλεια αυτό ισοδύναμή με το να μην είναι καλή μητέρα. Η έννοια της μητέρας έχει συνδεθεί απόλυτα με την έννοια της ‘θυσίας’. Υπάρχει αυτή η ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας και μια άρνηση να συμβιβαστούμε με την ανθρώπινη μας φύση που εμπεριέχει τα ελαττώματα.
Για να δούμε τι θα γινόταν αν όντως μπορούσαμε να φτάσουμε σ ’αυτήν την πολυπόθητη τελειότητα ας δούμε την θεωρία της ‘αρκετά καλής μητέρας’.
Η θεωρία της αρκετά καλής μητέρας, δημιουργήθηκε από τον Άγγλο παιδίατρο και ψυχαναλυτή Donald Winnicott (1896-1971). Στην θεωρία του μιλά για τις δύο φάσεις της σχέσης μητέρας-παιδί.
Στην πρώτη φάση, μόλις γεννηθεί το παιδί, υπάρχει η πλήρης συγχώνευση με την μητέρα. Υπάρχει η πλήρης προσαρμογή στις ανάγκες του βρέφους και δίνεται η αίσθηση στο παιδί ότι η ύπαρξη μιας ανάγκης οδηγεί στην άμεση ικανοποίηση της.
Στην δεύτερη φάση, γίνετε μια απόσχιση. Σε αυτό το διάστημα η μητέρα δεν μπορεί να συνεχίσει πάντα άμεσα και σταθερά να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παιδιού και το παιδί αρχίζει να βιώνει για μικρά διαστήματα, στιγμές απογοήτευσης και ματαίωσης.
Οι στιγμές λοιπόν που το παιδί μας κλαίει και δεν ξέρουμε γιατί, δεν ανταποκρινόμαστε άμεσα στις ανάγκες του και δεν μπορούμε να το καθησυχάσουμε. Αυτές τις στιγμές, που εμείς βιώνουμε ως αποτυχία και ανησυχούμε ότι ίσως δεν δίνουμε στο παιδί μας αυτό που χρειάζεται, δημιουργείτε κάτι που θα αποτελέσει θεμέλιο λίθο στην μετέπειτα ζωή του παιδιού.
Δημιουργείτε μια νέα πραγματικότητα ότι η μητέρα και το παιδί είναι δυο ξεχωριστές οντότητες. Από αυτή την ‘αποτυχία’ της μητέρας να είναι παντοδύναμη αρχίζει ο δρόμος του παιδιού που θα τον πάρει προς μια αυτόνομη, αυτάρκη ενήλικη ζωή.
Αυτές οι στιγμές είναι ευκαιρίες το παιδί να αποκτήσει την ψυχική ανθεκτικότητα και να εξελίξει την αντίληψη ότι όλες μου οι ανάγκες δεν καλύπτονται άμεσα και μπορεί και κάποια μου ανάγκη να μείνει και ακάλυπτη. Όλα αυτά είναι απαραίτητα για την εξέλιξη του παιδιού σε ενήλικα μετέπειτα στην ζωή.
Να διευκρινίσουμε ότι εδώ μιλάμε για στιγμές που προκύπτουν και όχι για εκπαιδεύσεις. Υπάρχουν πολλές θεωρίες που ωθούν τους γονείς να εκπαιδεύσουν το παιδί να είναι αυτόνομο πολύ πριν αυτό να είναι αναπτυξιακά κατάλληλο. Ο ρόλος της μητέρας δεν είναι να εκπαιδεύσει το παιδί της στην απογοήτευση και την ματαίωση με το να μην ανταποκρίνεται. Η επαφή με αυτά τα βιώματα γίνεται αναπτυξιακά και σταθερά σε πολύ μικρά διαστήματα σαν φυσική διαδικασία και φυσικό επακολουθώ του ότι η μητέρα δεν μπορεί να είναι ‘τέλεια’.
Ξεκάθαρα λοιπόν βλέπουμε πως αν καταφέρναμε το ακατόρθωτο να γίνουμε οι τέλειες μητέρες θα είχε ένα πολύ επιβλαβές αντίκτυπο στα παιδιά μας και θα εμπόδιζε την φυσιολογική διαδικασία αυτονόμησης αλλά και την ανάπτυξη της ψυχικής ανθεκτικότητας των παιδιών μας.
Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι τα πιο τυχερά παιδιά είναι αυτά που έχουν μια ‘αρκετά καλή μαμά’. και δεν θα ευχόμουνα σε κανένα παιδί να έχει μια τέλεια Μαμά.